Αναδημοσιεύω από
εδώ , χωρίς περιατέρω σχόλια μιας και φεύγω τρέχοντας για Νόρτζελαντ και Ιντερ :
Γνώρισα τον Νεκτάριο πριν λίγο καιρό. Μου διηγήθηκε όλη την ιστορία του και μου ξετύλιξε τις σκέψεις του για όλα τα θέματα. Με την άδειά του θα δημοσιεύσω εδώ τις απόψεις του. Προφανώς ο Νεκτάριος είναι εντελώς φανταστικό πρόσωπο. Έτσι, κάθε ομοιότητα με οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο είναι εντελώς συμπτωματική.
- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -
Μέρος 1ο : ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Γεια σας. Με λένε Νεκτάριο. Είμαι Έλλην. Είμαι γνήσιος Έλλην πάππου προς πάππου. Αυτό που λένε Εθνικόφρων. Πιστεύω εις το τρίπτυχον Πατρίς - Θρησκεία - Οικογένεια.
Δι εμέ οι κομουνιστές δεν είναι Έλληνες. Είναι μιάσματα. Μισώ τους κομουνιστάς και τους συνοδοιπόρους αυτών. Οι κομουνιστές ήταν από εξανέκαθεν και εξακολουθούν να είναι προδόται του έθνους.
Ελλάς σημαίνει Ορθοδοξία. Αυτό που οι πεφωτισμένοι μας άρχοντες επί Επαναστάσεως έλεγαν Ελλάς - Ελλήνων - Χριστιανών. Οι άθεοι και οι ομοφυλόφιλοι είναι μίσθαρνα όργανα του κομουνισμού. Ακρογωνιαίος λίθος του έθνους μας είναι ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος. Εις αυτόν στηρίζονται όλες οι ελπίδες του έθνους μας.
Άλλος εθνικός μας φάρος είναι ο Βασιλεύς. Χωρίς Βασιλέα δεν είναι δυνατόν να υπάρχει Ελλάς. Ο Καραμανλής για να καλοπιάσει τους κομουνιστάς έδιωξε τον Βασιλέα. Όμως συντόμως ο Βασιλεύς σύμφωνα με τα πεπρωμένα του έθνους μας θα ενθρονισθεί και πάλι μετά πλήρους δόξης και η Πόλη θα ξαναγίνει δική μας.
Μέγας κίνδυνος δια το έθνος μας αποτελούν οι ξένοι και κυρίως οι Αλβανοί. Δρουν με βάση προκαθορισμένο σχέδιο να αφελληνίσουν την πατρίδα μας. Οι κυβερνήσεις που τους δίνουν δικαιώματα και δεν του εκδιώκουν πέρα από τα ιερά μας χώματα διαπράττουν εθνικόν έγκλημα.
Εκτός από τους κομουνιστάς μισώ και τους Εβραίους. Αυτοί κυβερνούν τον κόσμο σήμερα με το βρώμικο χρήμα τους. Φταίει ο Χίτλερ που ήταν τόσο επιεικής μαζί τους και δεν τους εξαφάνισε εντελώς.
Μέρος 2ο : Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΑΠΠΟΥ
Γεια σας και πάλι. Είμαι ο Νεκτάριος. Σήμερα θα σας μιλήσω για τον παππού μου. Άγιος άνθρωπος! Η καλοσύνη προσωποποιημένη. Άνθρωπος της εκκλησίας. Δεξιός ψάλτης. Φιλάνθρωπος! Αυθεντικός Έλλην εθνικόφρων πατριώτης με όλη τη σημασία της λέξης!
Ο παππούς ήταν Έλληνας γέννημα-θρέμμα. Καταγόταν από τη Λακωνία, την πατρίδα των πιο καθαρόαιμων Ελλήνων. Δεν ήταν από τους τουρκομερίτες με τα μολυσμένα γονίδια που ήρθαν από την μικρά Ασία και παρίσταναν τους Έλληνες. Ζούσε στην Αθήνα και τελείωσε μόνο το δημοτικό. Από μικρός δούλευε στο μπακάλικο του πατέρα του, μέχρι που έγινε δικό του. Ήταν πάντα εθνικόφρων και στήριζε τον Βασιλέα. Όταν το 1922 οι βενιζελοκομουνιστές πρόδωσαν τα ιδανικά του έθνους και ήρθαν στην Ελλάδα οι βρωμιάρηδες τουρκόσποροι πρόσφυγες και οι Σμυρνιές πόρνες ο κοινωνικός ιστός και το εμπόριο έπαθαν μεγάλη ζημιά από αυτούς, η Ελλάδα πήγαινε από το κακό στο χειρότερο και οι κομουνιστές αποκτούσαν δύναμη.
Από όσο έχω μάθει ο παππούς ήταν από τους πρώτους που χειροκρότησαν την 4η Αυγούστου και τον εθνικό κυβερνήτη Ιωάννη Μεταξά. Δεν ξέρω πώς, αλλά είχε συναντήσει και τον ίδιο το Μανιαδάκη και είχε πολλούς φίλους στην αστυνομία. Στη γειτονιά του παππού υπήρχαν τότε πολλοί κομουνιστές τους οποίους μια νύκτα η αστυνομία συνέλαβε όλους. Κάποιοι κατηγόρησαν τον παππού ότι τους κατέδωσε, αλλά αυτό ήταν προφανές ψέμα. Έτσι ήρθε ο πόλεμος και η κατοχή.
Ο παππούς είναι η τυπική περίπτωση του αυτοδημιούργητου επιχειρηματία και δείχνει το δαιμόνιο της αθάνατης ελληνικής φυλής που στα γονίδιά της υπάρχει η νίκη. Απόδειξη αυτών που λέγω είναι το γεγονός ότι πριν την κατοχή ο παππούς είχε μόνο ένα μικρό μπακαλικάκι που φυτοζωούσε, ενώ αμέσως μετά την αποχώρηση των Γερμανών κατείχε μία τεράστια περιουσία από καταστήματα, σπίτια, οικόπεδα, κτήματα, πολύτιμα αντικείμενα και κυρίως αμέτρητες χρυσές λίρες. Για να προλάβω τους κακόβουλους, όλα αυτά όπως θα δείτε τα απέκτησε τίμια και με τον ιδρώτα του προσώπου του.
Κοντά στο μικρό μαγαζί του παππού ήταν τα μεγάλα μαγαζιά τροφίμων δύο Εβραίων. Και οι δύο ήταν κλέφτες και παλιάνθρωποι. Πολύ σωστά οι Γερμανοί τους συνέλαβαν και τους έστειλαν σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως. Δεν είναι αλήθεια ότι ο παππούς τους κατέδωσε στη γκεστάπο. Η μόνη αλήθεια είναι ότι στον παππού παραχωρήθηκαν τα μαγαζιά των δύο Εβραίων από τις αρχές κατοχής διότι οι Γερμανοί, ως ανώτερη φυλή που ήταν, εξετίμησαν το υψηλόν ήθος του παππού.
Έτσι οι δουλειές του παππού άνοιξαν πολύ. Ύστερα ήρθε η έλλειψη τροφίμων. Ο παππούς με τη βοήθεια των Γερμανών που τον εκτιμούσαν έβρισκε τρόφιμα και βοηθούσε τους Έλληνες να επιβιώσουν. Κάποιες κακές γλώσσες τον είπαν μαυραγορίτη και εκμεταλλευτή. Αυτό είναι μέγιστον ψεύδος! Ίσα ίσα ο παππούς βοηθούσε τον κόσμο να μην πεθάνει από την πείνα. Για το ότι οι τιμές ήταν πολύ υψηλές δεν έφταιγε αυτός. Στο κάτω κάτω και ο παππούς είχε οικογένεια την οποία έπρεπε να τη ζήσει.
Τον κατηγόρησαν, τα κουμούνια φυσικά, για συνεργάτη των Γερμανών. Άλλο ψέμα αυτό! Απλώς ο παππούς είχε φιλική σχέση με αρκετούς Γερμανούς αξιωματικούς. Απόδειξη αυτών που λέω είναι το πόσα κουμούνια φυλακισμένα από τους Γερμανούς έσωσε ο παππούς από το εκτελεστικό απόσπασμα όταν έρχονταν σ’ αυτόν οι συγγενείς παρακαλώντας γονατιστοί. Ο παππούς δεν ζητούσε ανταμοιβή για τον ίδιον. Οι τενεκέδες με τις χρυσές λίρες ή οι παραχωρήσεις ακινήτων που είπαν μετά τα κομούνια ήταν αισχρά ψέματα. Ο παππούς ζητούσε μόνο τα έξοδα και ένα μικρό δωράκι μόνον για τον ίδιον. Τώρα αν κάποιοι συγγενείς έδιναν από μόνοι τους πολλές χρυσές λίρες ή έγραφαν ακίνητά τους στον παππού, το έκαναν αυθόρμητα από ευγνωμοσύνη.
Ουδέποτε ο παππούς κατέδωσε Έλληνα στους Γερμανούς. Οι σχέσεις του με τους Γερμανούς ήταν μόνο φιλικές και εμπορικές. Ίσως μόνο μερικές φορές να τους έδωσε μερικές πληροφορίες που οδήγησαν στη σύλληψη κάποιων κομουνιστών, αλλά όχι Ελλήνων. Ο παππούς είχε καταλάβει τη βασική αλήθεια ότι οι Γερμανοί κάποτε θα έφευγαν και ο πραγματικός εχθρός ήταν οι κομουνιστές. Έτσι συνεργάστηκε με Έλληνα αξιωματικό που είχε υψηλή θέση στα τάγματα ασφαλείας δίνοντας του στοιχεία για επικίνδυνους ανθέλληνες που ήταν μέλη του ΚΚΕ του προδοτικού ΕΑΜ. Εκείνο που δεν μπορώ να πιστέψω είναι κάτι που ειπώθηκε στη γειτονιά, δηλαδή ότι ο παππούς όταν οι Γερμανοί τον καλούσαν πήγαινε στα μπλόκα φορώντας μαύρη κουκούλα και έδειχνε ποιους να εκτελέσουν οι Γερμανοί.
Για να καταλάβετε πόσο αχάριστα ήταν τα κουμούνια, θα σας αναφέρω ότι οι κομουνιστοσυμμορίτες αποπειράθηκαν να δολοφονήσουν τον παππού δήθεν ως μαυραγορίτη και συνεργάτη των Γερμανών! Και μάλιστα ήθελαν να τον σφάξουν με σκουριασμένο κονσερβοκούτι! Ευτυχώς οι Γερμανοί τον έσωσαν. Ο νόμος έπρεπε να εφαρμοστεί άμεσα! Έτσι ο παππούς φόρεσε πάλι την κουκούλα και βοήθησε τις αρχές κατοχής να συλλάβουν τους ξενοκίνητους κομουνιστές φονιάδες. Υπάρχει τίποτα το επιλήψιμο για τον παππού στην ιστορία αυτή;
Όταν οι Γερμανοί έφυγαν από την Ελλάδα, άφησαν τη χώρα στο χάος και την αναρχία. Ακολούθησαν τα Δεκεμβριανά και ο συμμοριτοπόλεμος. Ο παππούς είχε γνωριμίες που εξετίμησαν το εθνικόν του φρόνημα και του έδωσαν σημαντικό μερίδιο στην τροφοδότηση με τρόφιμα του εθνικού στρατού που πολεμούσε τους εαμοβούλγαρους.
Κάποια στιγμή ο παππούς κατηγορήθηκε από τους κομουνιστές και τους συνοδοιπόρους τους, αν είναι δυνατόν!, για προδότης! Ευτυχώς είχε πολλές και καλές γνωριμίες. Πολύ τον βοήθησε ένας υψηλόβαθμος αξιωματικός των ταγμάτων ασφαλείας που βρισκόταν τότε σε κυβερνητική θέση και τον έφερε σε επαφή με τους δικαστές του οι οποίοι τον αθώωσαν πανηγυρικά, τον απέδωσαν λευκόν εις την κοινωνίαν και του χορήγησαν, αν και δεν την είχε ανάγκη, σύνταξη αντιστασιακού.
Ο παππούς μετά το συμμοριτοπόλεμο συνέχισε τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες σε άλλους πλέον τομείς και όχι σαν έμπορος τροφίμων. Έγινε εισαγωγέας του κράτους και πολλοί βουλευτές και υπουργοί της ΕΡΕ ήταν φίλοι του και τον συμβουλεύονταν. Μάλιστα κάποια φορά πήγε στα ανάκτορα και συνάντησε τον ίδιο τον Βασιλέα! Αυτή ήταν η μεγαλύτερη χαρά της ζωής του!
Ο παππούς πέθανε πλήρης ημερών το 1970. Τα τελευταία του λόγια ήταν: "Επιτέλους η Ελλάς έχει τώρα εθνικήν κυβέρνησιν"!
Μέρος 3ο : Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ
Και πάλι γεια σας, ο Νεκτάριος είμαι. Σήμερα θα σας πω για τον πατέρα μου. Πολύ καλός πατέρας και πολύ καλός Έλληνας! Δεν ήταν μέγας σαν τον παππού και είχε και τα ελαττωματάκια του, αλλά εγώ τον αγαπούσα πολύ.
Ο πατέρας μου ήταν το τέταρτο παιδί του παππού μετά από τρεις αδερφές. Ήταν πάντα το υπάκουο παιδί του παππού. Από μαθητής μπήκε την ΕΟΝ και γρήγορα έγινε φαλαγγίτης. Όταν έγινε ο πόλεμος ο πατέρας ήταν 20 χρονών και μόλις είχε τελειώσει το σχολείο, είχε γραφεί στην ανωτάτη εμπορική και παράλληλα βοηθούσε τον παππού στο μαγαζί.
Όταν στην κατοχή άνοιξαν οι δουλειές του παππού, ο πατέρας έγινε το δεξί του χέρι. Έμαθε πολύ εύκολα τα Γερμανικά και αυτό βοήθησε την οικογένεια. Ο πατέρας οδηγούσε το αυτοκίνητο και έκανε τις συνεννοήσεις με τους Γερμανούς. Κατατάχθηκε στα τάγματα ασφαλείας και έγινε γρήγορα βαθμοφόρος. έχω ακόμα κιτρινισμένη τη φωτογραφία του πατέρα νέου με τη φουστανέλα και τη σβάστικα στο μανίκι. Είναι ψέμα ότι τα τάγματα ασφαλείας συνεργάζονταν με τους Γερμανούς, απλώς πολεμούσαν τον κομουνισμό που ήταν και είναι ο πραγματικός εχθρός και οι Γερμανοί βοηθούσαν. Επειδή ο πατέρας ήξερε καλά Γερμανικά έγινε το δεξί χέρι ενός πολύ σπουδαίου αξιωματικού των εσ-ες.
Ήταν πάντα πολύ υπερήφανος ο πατέρας για την εθνική του δράση στην κατοχή. Έλαβε μέρος σε πολλές συλλήψεις κομουνιστών. Ένα από τα μεγάλα του ανδραγαθήματα ήταν τότε με την επιχείρηση των ταγμάτων ασφαλείας στα νοσοκομεία, όπου κρύβονταν τάχα σαν άρρωστοι πολλά στελέχη του ΚΚΕ και του ΕΑΜ. Ο πατέρας μου και οι άλλοι πατριώτες τους ξετρύπωσαν και τους παρέδωσαν στη Γκεστάπο. Από ότι έχω ακούσει, ο πατέρας έφερνε τη νύχτα με γερμανικά αυτοκίνητα τρόφιμα στο μαγαζί του παππού. Πάντως εκείνο που δεν ξέρω αν είναι αλήθεια, είναι αυτό που άκουσα από γείτονες, δηλαδή ότι ο πατέρας πήγαινε μαζί με τον παππού όταν τους καλούσαν οι Γερμανοί και φορώντας μαύρες κουκούλες έδειχναν στους Γερμανούς ποιους να εκτελέσουν. Αλλά και αλήθεια να είναι ποιο το κακό; Ξεκαθάριζε ο τόπος από τα βρωμερά κουμούνια.
Το όνειρο του παππού ήταν να τον σπουδάσει και τα κατάφερε. Ο πατέρας πήρε, το έχω δει!, πτυχίο της ανωτάτης εμπορικής κατά τη διάρκεια της κατοχής με λίαν καλώς! Δεν κατάλαβα καλά όμως, άκουσα κάτι συζητήσεις όταν ήμουν μικρός ανάμεσα στον παππού και τον πατέρα και νομίζω ότι γελούσαν γιατί ο πατέρας πήρε το πτυχίο χωρίς να πάει καν στη σχολή και κάτι έλεγαν για τενεκέδες λάδι που έστελναν στους καθηγητές, αλλά μάλλον δεν θα θυμάμαι σωστά.
Όταν έφυγαν οι Γερμανοί και άφησαν την Ελλάδα σε δύσκολη κατάσταση, ο παππούς έκρυψε τον πατέρα για κάποιες μέρες γιατί τα πράγματα έγιναν επικίνδυνα. Αργότερα όμως ο πατέρας μαζί με τους άλλους εθνικόφρονες πολέμησε τους κομουνιστές μαζί με τους Εγγλέζους. Κάποια στιγμή ήρθε χαρτί να πάει ο πατέρας φαντάρος να πολεμήσει ενάντια στους κομουνιστοσυμμορίτες. Ο παππούς όμως βρήκε έναν μεγάλο καθηγητή γιατρό στο νοσοκομείο της σωτηρίας και τον πλήρωσε πάρα πολύ καλά και έδωσε χαρτί στον πατέρα ότι δια λόγους υγείας δεν μπορούσε να υπηρετήσει στρατιώτης. Ο παππούς είπε : "Λίγοι έχουν προσφέρει τόσα στην πατρίδα εναντίον των κομουνιστών όσα η οικογένειά μας".
Ο παππούς καλοπάντρεψε τις τρεις κόρες δίνοντας μάλιστα πολύ μεγάλες προίκες, γιατί μεταξύ μας και οι τρεις ήταν πανάσκημες. Η μία πήρε αξιωματικό, η άλλη δικαστικό και η τρίτη πολιτικό μηχανικό. Ποτέ δεν κατάλαβα όμως γιατί και οι τρεις θείες μου αραίωσαν και σιγά σιγά απόφευγαν να βλέπουν τον παππού και τον πατέρα μέχρι που χάθηκαν εντελώς. Όπως θα καταλάβατε ο παππούς ξόδεψε μεγάλο μέρος της περιουσίας και δεν έμεναν και πολλά για τον πατέρα.
Ο παππούς τα κατάφερε να διορίσει τον πατέρα στην τράπεζα σαν θύμα της κομουνιστικής θηριωδίας, σύμφωνα με έναν νόμο που τότε βγήκε. Όπως έμαθα αργότερα, ο πατέρας στη αρχή δεν πολυήθελε, αλλά ο παππούς πάτησε πόδι. Του είπε ότι η αγορά αλλάζει και το μέλλον των επιχειρήσεων ήταν αβέβαιο και χρειαζόταν κάτι σίγουρο και ο πατέρας υπάκουσε.
Ο πατέρας έπιασε δουλειά στην τράπεζα στη Θεσσαλονίκη. Εκεί το 1952 παντρεύτηκε τη μητέρα μου που ήταν κόρη ενός πολύ φίλου του παππού αξιωματικού στα τάγματα ασφαλείας στην κατοχή και αστυνομικού διευθυντή μετά. Στη Θεσσαλονίκη γεννήθηκα κι εγώ λοιπόν. Ο πατέρας είχε πολλούς φίλους και ανακατευόταν ενεργά με τα πολιτικά, αλλά πάντα ήταν εθνικόφρων και πάντα ψήφιζε ΕΡΕ. Η μεγαλύτερη υπερηφάνειά του ήταν που βρέθηκε στη σωματοφυλακή του Ντεγκώλ και κρατούσε την καρφίτσα σαν πολύτιμο σουβενίρ. Για χρόνια μιλούσε για τη μεγάλη διαδήλωση το 63 που οι γνήσιοι Έλληνες έδωσαν στους κομουνιστές το μάθημα ότι η βόρειος Ελλάς δεν θα γίνει ποτέ σοβιέτ διαλύοντας τη συγκέντρωση των προδοτών που αρχηγός τους ήταν ο Λαμπράκης. Βέβαια τον Λαμπράκη τότε τον δολοφόνησαν οι ίδιοι οι κομουνιστές για να δημιουργήσουν έναν ήρωα, να πλήξουν το κύρος των σωμάτων ασφαλείας και να ρίξουν την κυβέρνηση Καραμανλή, αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία.
Στην τράπεζα η αξία του πατέρα δεν είχε ακόμα αναγνωριστεί παρόλο που είχε και πτυχίο ανωτάτης εμπορικής. Το 1966 έγινε στην τράπεζα ένα επεισόδιο. Τον κατηγόρησαν, άδικα βέβαια!, ότι χαφιέδισε στην ασφάλεια ποιοι από τους συναδέλφους του ήταν με τους συνοδοιπόρους των κομουνιστών Γεώργιο και Ανδρέα Παπανδρέου. Έτσι πήρε μετάθεση και ήρθαμε στην Αθήνα.
Και τότε έγινε η Επανάστασις της 21ης Απριλίου 1967! Η Ελλάς εσώθη από τον κομουνιστικόν κίνδυνον! Άνεμος ελευθερίας φύσηξε σε όλη την Ελλάδα! Η χώρα ήτο ως να είχεν πιει σαμπάνια! (Κάπου το διάβασα αυτό αλλά δεν θυμάμαι πού). Επιτέλους η αξία του πατέρα αναγνωρίστηκε! Έφυγαν από την τράπεζα τα μίσθαρνα όργανα του κομουνισμού. Ο πατέρας ήταν υπερήφανος που βοήθησε στην κάθαρση αυτή. Αμέσως προήχθη σε τμηματάρχη. Έγινε εκπρόσωπος της τράπεζας στην ομοσπονδία. Δεχόταν επίσημα πρόσωπα. Τρεις τέσσερις φορές συναντήθηκε με τον ίδιο το Μακαρέζο. Ακόμα δακρύζουν όσοι θυμούνται τον εθνικό λόγο που εκφώνησε ο πατέρας στην πρώτη επέτειο της Επανάστασης το 68 όταν η 21 Απριλίου ήταν μαζί και Πάσχα! Το 71 ο πατέρας έγινε και διευθυντής στην τράπεζα.
Ήταν η χρυσή εποχή της Ελλάδος! Όμως κάποτε τελείωσε. Οι Αμερικάνοι πρόδωσαν την επανάστασιν και το 1974 έφεραν τον Καραμανλή. Ο Καραμανλής δεν ήταν πλέον αυτός που ξέραμε. Τον έσερναν από τη μύτη οι κομουνιστές και αυτός έκανε ότι του έλεγαν. Έστειλε σε δίκη τους εθνικόφρονες έλληνες αξιωματικούς! Απέλυσαν τον πατέρα από την τράπεζα γιατί τα κομούνια τον κατηγόρησαν, άδικα!, ως χαφιέ και συνεργάτη λέει της χούντας! Αν είναι δυνατόν! Ακόμα τον κατηγόρησαν ότι δήθεν καταχράστηκε χρήματα της τράπεζας! Όμως δεν βρέθηκαν αποδείξεις και το ψέμα αυτό γκρεμίστηκε.
Αυτή ήταν η αρχή του τέλους για τον πατέρα. Έβλεπε παντού την αδικία και δεν μπορούσε να αντιδράσει. Ο καπετάν Γιώτης Χαρίλαος Φλωράκης αυτός ο σφαγέας με το σκουριασμένο κονσερβοκούτι ήταν στη βουλή! Πρόλαβε να δει και τον Ανδρέα Παπανδρέου πρωθυπουργό! Όλες οι ηθικές αξίες στην Ελλάδα είχαν γκρεμιστεί. Ο πατέρας άρχισε να χαρτοπαίζει και έχασε τα χρήματα που για ώρα ανάγκης είχε πάρει από την τράπεζα και μέρος από την περιουσία του παππού. Έπαθε κίρρωση του ήπατος γιατί δεν μπορούσε να αντέχει τον εθνικό ξεπεσμό της πατρίδος και έπινε πολύ αλκοόλ. Τέλος πέθανε πάρα πολύ πικραμένος το 1983.
Μέρος 4ο : ΤΑ ΝΕΑΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ
Ξανά γεια σας από μένα, τον Νεκτάριο. Με μάθατε πια, έτσι δεν είναι; Σήμερα ήρθε η σειρά να σας διηγηθώ και τη δική μου προσωπική ιστορία.
Γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη στην ηρωική Μακεδονία που γέννησε το Μεγαλέξανδρο, τον Καραμανλή και τον Ψωμιάδη. Όταν τελείωσα το Δημοτικό ήρθαμε στην Αθήνα. Δεν ήμουν και καλός μαθητής. Όμως το 72 τα κατάφερα και πέρασα στη σχολή υπομηχανικών του μικρού πολυτεχνείου που λέγανε τότε.
Ήταν η εποχή που κυβερνούσε η Επανάστασις της 12ης Απριλίου αλλά εγώ δεν είχα ποτέ ασχοληθεί με τα πολιτικά; Γιατί άλλωστε να ασχολείται κανείς με αυτά αφού όλος ο κόσμος περνούσε καλά; Μόνον τα κουμούνια γκρίνιαζαν γιατί έτσι τους διέταζαν από τη Μόσχα. Εγώ είχα το αυτοκινητάκι μου, δώρο του πατέρα που έγινα φοιτητής, και πέρναγα φίνα.
Ένα βράδυ που γύρισα σπίτι ο πατέρας ήταν με έναν κύριο που μου τον σύστησε σαν αξιωματικό της ασφάλειας. Ο κύριος αυτός μου μίλησε πολύ ώρα. Μου είπε για τον κίνδυνο της πατρίδος από τους κομουνιστάς. Για το ότι η κακεμπέ έχει αυξήσει τις δραστηριότητές της στην Ελλάδα και μάλιστα ανάμεσα στους φοιτητές. Για το ότι εγώ σαν παιδί γνήσιας εθνικόφρονης οικογένειας έπρεπε να βοηθήσω την πατρίδα. Ο πατέρας συμφωνούσε απόλυτα με τον κύριο. Αυτό που έπρεπε να κάνω ήταν απλό αλλά με γέμιζε με εθνική υπερηφάνεια. Θα παρακολουθούσα διακριτικά τις συζητήσεις των συμφοιτητών μου και όταν μιλούσαν πολιτικά θα έδινα αναφορά ποιος έλεγε κάτι εναντίον της Εθνικής Κυβερνήσεως ή υποστήριζε κομουνιστάς όπως τον Ανδρέα Παπανδρέου ή τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο. Μου είπε ακόμα πώς να έρχομαι σε επαφή με αστυνομικούς της ασφάλειας που παρίσταναν τους φοιτητές.
Έκανα κατά γράμμα όσα μου ζητούσαν από την ασφάλεια και το έκανα με χαρά γιατί καταλάβαινα ότι έτσι πολεμούσα τον μέγα της πατρίδος εχθρό που ήταν ο κομουνισμός. Συνέβη και το εξής: Πήγα να κάνω καμάκι σε μια κοπέλα από τη σχολή αλλά αυτή το πήγαινε αλλού. Ήθελε να με μυήσει σε κομουνιστική οργάνωση και μάλιστα κινεζόφιλη. Χα, χα, χα! Από την ασφάλεια μου είπαν να δεχτώ για να τους πιάσουμε. Για να μην τα πολυλογώ όπως είχα ειδοποιήσει την αστυνομία είμασταν όλοι μαζεμένοι σε ένα σπίτι και συνωμοτούσαμε πως θα γράψουμε συνθήματα στους τοίχους και θα πετάξουμε χειρόγραφες προκηρύξεις. Και τότε έγινε το ντου. Πλάκωσε η αστυνομία και μας πιάσανε όλους κι εμένα βέβαια μαζί για να μην καταλάβουν τίποτα και μας πήγανε στην ασφάλεια. Χα, χα, χα! Οι άλλοι τρώγανε ξύλο κι εγώ έπινα καφέ μαζί με τους αξιωματικούς στο δίπλα γραφείο. Όταν η ασφάλεια έμαθε όλα όσα έπρεπε κράτησε δύο αρχηγούς και τους υπόλοιπους μας άφησε ελεύθερους. Εμένα μάλιστα μου βάλανε και μερικά χανσαπλάστ να φαίνομαι και χτυπημένος. Χα, χα, χα ! Μετά από αυτό μου είχαν όλοι μεγάλη εμπιστοσύνη και μάθαινα περισσότερα και πληροφορούσα την ασφάλεια. Μάλιστα μου έκατσε και η κοπέλα η μαοϊκιά! Χα, χα, χα !
Τότε έγιναν και τα γεγονότα του πολυτεχνείου. Πολύ δουλειά έπεσε. Όλοι μίλαγαν πολύ κι εγώ ενημέρωνα την ασφάλεια τι έλεγε ο καθένας και ποιοι μπήκαν μέσα στο πολυτεχνείο. Όσο ήταν κλεισμένοι έπαιρνα τηλέφωνα μέσα από τα γραφεία της ασφάλειας στα σπίτια των συμφοιτητών μου και ψάρευα. Όταν το τανκ άνοιξε την πόρτα αναίμακτα πήγα κι εγώ μαζί με τους φίλους μου πια ασφαλίτες εκεί, φόρεσα κουκούλα και με ένα γκλόμπ σάπισα τα κουμούνια στο ξύλο. Πολύ το ευχαριστήθηκα το βράδυ εκείνο. Βάραγα με την ψυχή μου κυρίως κοπέλες, γιατί θα γίνουν μια μέρα αυτές οι κομουνίστριες μάνες; Θυμάμαι έναν κοντό με γυαλιά που φώναζε «γιατί χτυπάτε; Όλοι Έλληνες είμαστε» και εγώ του έριξα μια με το γκλομπ στο στόμα και του έσπασα τα δόντια. Χα, χα, χα !
Τελικά ήρθε το μαύρο 1974. Οι Αμερικάνοι έφεραν τον Καραμανλή. Αυτός όμως τώρα έκανε ότι ζητούσαν τα κουμούνια. Έστειλε σε δίκη τους έντιμους πατριώτες αξιωματικούς, νομιμοποίησε το ΚΚΕ και έδιωξαν τον πατέρα από την τράπεζα. Το σκέφτηκα πολύ αλλά κατάληξα ότι ο Καραμανλής δικός μας είναι και εμείς οι εθνικόφρονες πρέπει να είμαστε στο πλάι του να τον ωθούμε να πολεμά τα κουμούνια. Έτσι γράφτηκα στην ΟΝΝΕΔ και στη σχολή έγινα συνδικαλιστής της ΔΑΠ. Εξακολουθούσα βέβαια να στέλνω την αναφορά μου στην ασφάλεια, αλλά πολύ πιο διακριτικά τώρα. Αυτά μέχρι που τα κατάφερα και πήρα επιτέλους και το πτυχίο.
Ήρθε ο καιρός να πάω φαντάρος. Ευτυχώς είχε γνωστό στρατηγό ο πατέρας και αμέσως μετά την Κόρινθο τοποθετήθηκα στο Πεντάγωνο. Πολύ κοντά στο σπίτι μου και πολύ λούφα δηλαδή. Κάθε μέρα έξω ήμουν. Υπηρετούσα στο Α2, έκανα ΕΗΔ και κρατούσα διαρκώς σημειώσεις για όλους και όλα ακόμα και για τους αξιωματικούς. Χα, χα, χα ! Όλοι με σέβονταν και μου είχαν απεριόριστη εμπιστοσύνη. Κι εγώ ήμουν υπερήφανος που πρόσφερα τόσα πολλά στην πατρίδα.
Απολύθηκα από το στρατό το 1980. Έπρεπε να βρω δουλειά. Ο πατέρας αν και άρρωστος πια είχε ακόμα τις διασυνδέσεις του. Έτσι με τη βοήθεια κάποιου υπουργού διορίστηκα στην πολεοδομία.
Μέρος 5ο : ΤΑ ΠΡΑΣΙΝΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ
Σας χαιρετώ ξανά. Είμαι ο γνωστός σας Νεκτάριος. Σήμερα θα συνεχίσω τη δική μου ιστορία για την εποχή της πασοκικής δικτατορίας στη χώρα μας.
Λοιπόν. Βρισκόμαστε στα μέσα του 1981. Εγώ μόλις έχω διοριστεί στην πολεοδομία σαν υπομηχανικός. Είναι μια δύσκολη εποχή για την πατρίδα Ο Καραμανλής έγινε πρόεδρος της δημοκρατίας και εγκατέλειψε το κόμμα του στην τύχη του. Παντού μαίνονται απεργίες και αναρχικές εκδηλώσεις. Τα μηνύματα από παντού είναι δυσάρεστα. Ο Ανδρέας Παπανδρέου μάλλον θα είναι ο επόμενος πρωθυπουργός και η Ελλάς θα καταστραφεί. Ο Ράλλης δεν είναι ικανός να σταματήσει τον κατήφορο.
Στην καινούργια δουλειά με αντιμετώπισαν με καχυποψία, αν και συγκρατήθηκα και δεν εκδηλώθηκα πολιτικά. Μου έδωσαν ένα γραφείο να βάζω σφραγίδες σε κάτι τοπογραφικούς χάρτες. Ο μισθός ήταν πολύ λίγος. Όμως έβλεπα συναδέλφους να έχουν ακριβά αυτοκίνητα και πολυτελή σπίτια. Κατάλαβα ότι η δουλειά έχει πολλά τυχερά αλλά για όποιον μπει στα κυκλώματα. Επίσης πριν ακόμα γίνουν εκλογές τα πασοκόμουτρα είχαν πάρει πολύ αέρα και οι εθνικόφρονες είχαν λουφάξει.
Τα συζήτησα όλα αυτά με έναν φίλο μου συνταξιούχο αξιωματικό της αστυνομίας, αυτόν που όταν ήμουν φοιτητής με είχε μυήσει στον αγώνα ενάντια στον κομουνισμό. Με χτύπησε φιλικά στον ώμο και μου είπε: «Μην ανησυχείς Νεκτάριε. Το πασόκ θα βγει αλλά τίποτα σοβαρό δεν θα συμβεί. Θα ανέβουν οι πεινάλες στην εξουσία και θα αρχίσουν το φαγοπότι, κι έτσι γρήγορα θα φθαρούν. Ότι και να κάνει ο Ανδρέας, οι Ελληνοχριστιανικές αξίες δεν θα φθαρούν. Γι αυτό κι εσύ κάνε ότι είσαι μαζί τους να περάσεις καλά.».
Έτσι, από την επόμενη μέρα εγώ στο γραφείο άρχισα ήπια να παριστάνω τον πασοκατζή με αποτέλεσμα να αποκτήσω καινούργιους φίλους. Με έπεισαν και γράφτηκα στην κλαδική και βρέθηκα να χειροκροτάω τον Ανδρέα , φτου!, στο σύνταγμα. Όμως εγώ πίσω από το παραβάν δεν τον ψήφισα. Χα, χα, χα!
Οι εκλογές, όπως ήταν αναμενόμενο, έδωσαν τη νίκη στο πασόκ. Σύντομα στην υπηρεσία μου έγιναν ανακατατάξεις. Οι πράσινοι έπαιρναν τα πόστα και οι γαλάζιοι έμπαιναν στη γωνία. Επειδή με θεωρούσαν κι εμένα πασοκατζή, μου έδωσαν καλή θέση και μάλιστα έβγαινα και με συνεργείο για έλεγχο. Ο έλεγχος αυτός σημαίνει πολύ χρήμα. Όλοι σου δίνουν ακόμα και αν δεν τους ζητήσεις. Κάνεις αυτοψία σε μία οικοδομή και ο ιδιοκτήτης έχει κάποια μικρή ή μεγάλη παρανομία. Αμέσως σου δίνει φακελάκι να το καλύψεις. Ακόμα και αν όλα είναι εντάξει σου δίνουν για να μην αργήσεις να υπογράψεις. Άλλες φορές σου ζητούν να τροποποιήσεις ή να εξαφανίσεις κάποιο φάκελο και αυτό πληρώνεται. Χα, χα, χα! Έτσι άρχισα να τα παίρνω για τα καλά και να βλέπω τον μισθό μου να πολλαπλασιάζεται. Χα, χα, χα!
Ομολογώ ότι στην αρχή είχα κάποιες τύψεις για το ότι παρίστανα ότι είμαι πασόκ, αλλά γρήγορα το ξεπέρασα. Στο κάτω κάτω ανάγκες είχα και ετοιμαζόμουν και να παντρευτώ. Αν δεν τα έπαιρνα εγώ θα τα έπαιρνε κάποιος άλλος. Ακόμα δεν ήμουνα και ο μόνος που δήθεν πρασίνισε για λόγους ανάγκης. Έπειτα έκανα και μελλοντική δουλειά για όταν τα πράγματα αλλάξουν θα ήξερα τις βρωμιές των πασοκατζήδων από μέσα και θα τους κατήγγειλα. Αυτό το ηθικό τέλμα στο οποίο οδηγούσε το πασόκ την Ελλάδα ήταν απερίγραπτο.
Ένα πράγμα μόνον με έκανε να στεναχωριέμαι πολύ. Ότι στο γραφείο έπρεπε να διαβάζω εφημερίδες όπως τα νέα και την ελευθεροτυπία. Όταν ήθελα να διαβάσω βραδινή πήγαινα με το αυτοκίνητο σε άλλη συνοικία και την αγόραζα διπλωμένη. Αυτό το αίσχος, δηλαδή να φοβάσαι να δουν τι εφημερίδα διαβάζεις μόνον το πασόκ το έκανε. Πιο πριν όλοι ακόμα και οι κομουνιστές ήταν ελεύθεροι να διαβάζουν ότι ήθελαν και κανένας δεν τους πείραζε.
Καθώς πέρασαν μερικά χρόνια και η θέση μου εδραιώθηκε, καθώς έγινα και προϊστάμενος, άρχισα σιγά σιγά να το γυρίζω. Έβρισκα λάθη στο πασόκ και στις συζητήσεις μου στο γραφείο του ασκούσα κριτική. Όμως πλέον είχε κοπάσει η πρώτη κατάσταση των διωγμών και κανένας δεν αντιδρούσε. Έβλεπα γύρω μου σιγά σιγά να χάνονται τα ιδανικά του έθνους μας. Το κλίμα γύριζε εναντίον του πασόκ. Έγινε το σκάνδαλο Κοσκωτά και πολλοί άρχισαν να γυρίζουν. Έτσι κι εγώ γύρισα ανοικτά πλέον και γράφτηκα ξανά μέλος της νέας δημοκρατίας όπου με δέχτηκαν με ανοιχτή αγκαλιά.
Έτσι φτάσαμε στο 1989. Ήμουν πια παντρεμένος, είχα δύο παιδιά. Τα οικονομικά μου ήταν καλά. Είχα σπίτι, εξοχικό, δύο αυτοκίνητα, σκάφος και άλλα ακόμα που δεν σας αφορούν. Τα εισοδήματά μου από τα τυχερά ήταν αρκετά και περνούσαμε καλά. Το μαύρο σκοτάδι που το πασόκ επέβαλε στη χώρα φαινόταν να σβήνει.
Μέρος 6ο : Ο ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ ΣΤΟ ΣΗΜΕΡΑ
Γεια χαρά, ο Νεκτάριος είμαι. Λοιπόν είμαστε στο 1990 που ο Μητσοτάκης κέρδισε τις εκλογές και επιτέλους η νέα δημοκρατία έγινε ξανά κυβέρνηση. Εμείς οι γνήσιοι Έλληνες τότε πιστέψαμε ότι απαλλαχτήκαμε οριστικά από την πράσινη γάγκραινα. Ενημέρωσα αμέσως κάποιους γνωστούς στο υπουργείο για την κατάσταση στο χώρο της δουλειάς μου και γρήγορα έγιναν κάποιες αλλαγές, μικρές μεν γιατί δεν διώξανε τους πρασινοφρουρούς, αλλά εγώ έγινα τμηματάρχης.
Η Ελλάς περίμενε πολλά από τον Μητσοτάκη, αλλά δυστυχώς προδόθηκε από τον Σαμαρά ο οποίος συμμάχησε με τους πασοκατζήδες και έριξε την κυβέρνηση. Δεν κατάλαβα πώς νεκραναστήθηκε το πασόκ και κέρδισε τρεις φορές τις εκλογές, μία με τον Ανδρέα και δύο με το Σημίτη και μας εκάθησε στο σβέρκο δώδεκα ακόμα χρόνια! Αυτά τα χρόνια ήταν ότι χειρότερο για τη χώρα, η διαφθορά και η σήψη απλώθηκαν παντού.
Στην πολεοδομία τα πράγματα ηρέμησαν. Ίσχυσε ο νόμος της «omerta», όπως είχε κάποτε πει ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Καρλομάγνος. Μπορεί να είχαμε τις πολιτικές μας διαφορές, αλλά πρώτα η δουλειά και μετά όλα τα άλλα. Έτσι συνυπάρχαμε ειρηνικά όλοι, δεξιοί και κεντρώοι και αριστεροί. Μοιράσαμε αρμοδιότητες και ο καθένας έπαιρνε τα τυχερά του, τα οποία να σημειώσω τα τελευταία χρόνια αυξήθηκαν πολύ. Και μη χαμογελάτε που λέω για αριστερούς γιατί ανάμεσά μας υπήρχαν και αρκετοί του συνασπισμού καθώς και δυο τρεις του κουκουέ εξωτερικού. Γιατί δηλαδή, νομίζετε ότι οι αριστεροί δεν τα παίρνουνε; Χα, χα, χα ! Πριν από δύο χρόνια έγινα και διευθυντής και τώρα χειρίζομαι μεγάλες υποθέσεις, όπως ανεγέρσεις ξενοδοχείων και τέτοια. Έγραψα τα παιδιά μου σε καλό σχολείο και συγκεκριμένα στην Ελληνογερμανική. Ο παππούς πάντα το έλεγε: «Οι Γερμανοί είναι σπουδαία φυλή».
Τα χρόνια αυτά και ενώ το πασόκ οδηγούσε τη χώρα από καταστροφή σε καταστροφή, παρακολουθούσα προσεκτικά τις εξελίξεις στη νέα δημοκρατία. Δεν τα πήγαινε καλά. Ο Έβερτ ήταν ανάξιος αρχηγός. Ο Κωστάκης Καραμανλής ήταν πολύ λίγος και δεν περπατούσε σωστά. Μέχρι που έγινε το κόμμα ΛΑΟΣ του Καρατζαφέρη. Αυτό μάλιστα! Είναι το κόμμα των γνησίων εθνικοφρόνων Ελλήνων. Με εξέφραζε απόλυτα. Ναι στον Βασιλέα, Ζήτω η Ορθοδοξία. Όχι στα κουμούνια. Όχι στους Εβραίους και τους Αλβανούς. Όλοι οι τίμιοι και ορθά σκεπτόμενοι Έλληνες ανήκουμε στο ΛΑΟΣ. Το ψήφισα και στις νομαρχιακές, όπως είχε προτρέψει ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος και φάνηκε η δύναμή μας. Παρακολουθώ πάντα τον αρχηγό Καρατζαφέρη στο κανάλι του και συμφωνώ σε όλα μαζί του.
Στις τελευταίες εκλογές βρέθηκα σε δίλημμα. Ιδεολογικά ανήκω στο ΛΑΟΣ και με τη νέα δημοκρατία έχω διαφορές. Όμως έπρεπε να ξεκουμπιστεί το πασόκ και να φάει στραπάτσο ο αμερικανάκιας Γκιωργκάκης αρχηγός του. Έτσι ψήφισα Καραμανλή. Νικήσαμε, αλλά δεν είμαι και απόλυτα ευχαριστημένος. Πρώτα πρώτα ο Καραμανλής δεν δίνει στον Χριστόδουλο αυτά που πρέπει. Ύστερα δεν κάνει κάθαρση παντού να απολύσει τους πρασινοφρουρούς. Είναι φιλικός με τα κουμούνια και ξεχνά τότε που πρόδωσαν την πατρίδα και ήθελαν να σφάξουν και τον παππού με σκουριασμένο κονσερβοκούτι. Και το χειρότερο: Μιλάει για ΑΣΕΠ και βλακείες, ενώ θα έπρεπε να αφήσει τα προσχήματα και να διορίσει επιτέλους τα δικά μας παιδιά, τα παιδιά των εθνικοφρόνων που τόσο υπέφεραν τόσα χρόνια.
Εμείς οι γνήσιοι Έλληνες είμαστε εδώ και περιμένουμε. Αν ο Καραμανλής δεν μας ικανοποιήσει θα πάμε στο Καρατζαφέρη, και τότε θα δούμε ποιος θα κλαίει.